ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΙΤΟΤΗΤΑ
Η αναβίωση της λιτότητας ως αντίδοτο στην ευρωπαΪκη κρίση χρέους υπέβαλε την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ελλάδα και τις υπερχρεωμένες χώρες σε μια ιστορική δοκιμασία με οξυμένα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Η λιτότητα που εφαρμόστηκε στους αδύναμους θεσμούς της Ελλάδας δημιούργησε περισσότερες κοινωνικές ανισότητες, ενώ η εσωτερική υποτίμηση δεν συνδυάστηκε με ίση κατανομή βαρών και δίκαιες μεταρρυθμίσεις. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα ισχυρό επενδυτικό σοκ, ιδιωτικών και δημόσιων πόρων για να επανεκκινήσει η οικονομια, χωρίς όμως να ενισχύσει την εσωτερική ζήτηση εις βάρος της εξωτερικής (εξαγωγές). Αυτό μπορεί να γίνει με επενδύσεις σε υποδομές που βοηθούν τον εξωστρεφή προσανατολισμό της οικονομίας (λιμάνια, αεροδρόμια, σιδηρόδρομοι, ενέργεια) και ιδιωτικές επενδύσεις, με εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία σε τομείς της νεάς οικονομίας. Σήμερα όλοι ομονοούν ότι λιτότητα και ανάπτυξη είναι μεταξύ τους ασύμβατες. Μόνο αν απαλλαγούμε από την πρώτη, θα έχουμε ελπίδες για τη δεύτερη.
ΑΛΛΑΓΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ
Η κρίση αποκάλυψε, χωρίς επιείκεια, τα λάθη και τα κενά στο μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας. Η διατήρηση του κράτους ως βασικού συντελεστή ανάπτυξης και διανομής πόρων, δημιούργησε επιχειρηματικότητα ανάγκης, εσωστρεφή, μη ποιοτική και μη ανταγωνιστική, παρά τις εξαιρέσεις. Η εσωστρεφής επιχειρηματικότητα στηριζόμενη στην κατανάλωση των εισαγωγών, σήμερα πνέει τα λοίσθια. Οι εύκολες επιδοματικές πολιτικές του συστήματος, από τον πρωτογενή μέχρι και τον τριτογενή τομέα, πλέον δεν μπορούν να αναστήσουν την οικονομία αφού το χρηματοπιστωτικό σύστημα έκλεισε για τα καλά τη στρόφιγγα για τα ίδια κεφάλαια εκτέλεσης ιδιωτικών επενδύσεων. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα κλονίζεται από την διεθνή ύφεση και την εγχώρια κρίση χρέους, την έλλειψη ρευστότητας, αλλά πληρώνει και το κόστος των αναχρονισμών και του βολέματός του πίσω από τις προνομιακές πολιτικές σχέσεις.
Η παραγωγή πλούτου και θέσεων εργασίας προϋποθέτει, ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας του κράτους, βασισμένο στη φορολογική δικαιοσύνη, τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών του, την προώθηση συμπράξεων με τον ιδιωτικό τομέα και την καλύτερη λειτουργία της αγοράς. Ταυτόχρονα, μια νέα αντίληψη για την επιχειρηματικότητα, το ρίσκο και την επιτυχία, ένα διαφορετικό, θετικό προσανατολισμό για το επιχειρείν: αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, των φυσικών πόρων και των υποδομών της χώρας, των διεθνών και περιφερειακών εξελίξεων, την έρευνα και την υψηλή τεχνολογία, το εξαγωγικό εμπόριο και την αγροτική παραγωγή.
ΔΙΚΑΙΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ
Μέσα στα χρόνια της κρίσης η φορολογική νομοθεσία άλλαξε δεκάδες φορές. Έφερε αδικία, ανασφάλεια, οριζόντιες περικοπές, βάθυνε την ύφεση, μείωσε την πρόσβαση της μεσαίας τάξης σε υπηρεσίες και αγαθά που της εξασφάλιζαν κοινωνική άνοδο και ευκαιρίες. Ο έκτακτοι και συχνά εξωφρενικοί φόροι, σε συνδυασμό με τα υψηλά κόστη ενέργειας, τα υψηλά επιτόκια χρηματοδότησης, την αβεβαιότητα, τις περιορισμένης έκτασης μεταρρυθμίσεις αποθάρρυναν επενδύσεις και κράτησαν τις εξαγωγές σε μικρότερες αυξητικές τάσεις από τις επιδιωκόμενες.
Πιστεύουμε στην ανακατανομή των φορολογικών βαρών από τα μικρομεσαία προς τα πλούσια κοινωνικά στρώματα, στους ελεύθερους επαγγελματίες, καθώς και οποιαδήποτε μορφή πλούτου, ιδιωτική ή επιχειρηματική που παραμένει αφορολόγητη. Κάθε μεταρρύθμιση που διασταυρώνει στοιχεία, ακολουθεί τη ροή του χρήματος και περιορίζει τη χρήση μετρητών είναι στη σωστή κατεύθυνση, αρκεί να συνοδεύεται από κίνητρα. Το αφορολόγητο όριο είναι αναγκαίο στην παρούσα φάση για την επιβίωση των φτωχότερων, αρκεί οι φορολογικές αρχές να κάνουν σωστά τη δουλειά τους.
ΜΙΑ ΕΘΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
Στην Ελλάδα υπάρχουν διαφορετικά επενδυτικά καθεστώτα, διαφορετικών ταχυτήτων, όπως το προγραμμα δημοσίων επενδύσεων, ο επενδυτικός νόμος, το ΕΣΠΑ, οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα κ.α. Ιδιαίτερα οι επενδύσεις που εξαρτήθηκαν από κρατικές ενισχύσεις, όπως οι επενδυτικοί νόμοι, δεν βοήθησαν ούτε την περιφερειακή συνοχή, ούτε την απασχόληση, ούτε την εξωστρέφεια της οικονομίας. Είχαν περιορισμένο αντίκτυπο, μέτρια απόδοση, διαφθορά και συναλλαγή μεταξύ κράτους και αγοράς.
Σημερα, έχουμε ανάγκη από κοινά κριτήρια, κυρίως χρηματοοικονομικά, που θα δίνουν κίνητρα, φορο-απαλλαγές και ελαφρύνσεις στους επενδυτές να εκσυγχρονίσουν επιχειρήσεις, να προστατεύσουν το περιβάλλον, να καταρτίσουν το ανθρώπινο δυναμικό, να απασχολήσουν άνεργους, να επενδύσουν σε κλάδους εμπορεύσιμους, ενώ θα συνδυάζουν και εναλλακτικά εργαλεία χρηματοδότησης. Η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων έιναι όρος επιβίωσης της ελληνικής οικονομίας, καθώς ο ρυθμός απο-επένδυσης την τελευταία 15ετία επιδεινώνεται μέσα στην κρίση, σε συνδυασμό με την έλλειψη ρευστότητας και την ασταθή, υψηλή φορολόγηση.
Προσβλέπουμε σε ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της οικονομίας που θα αφήνει χώρο και στη μικρομεσαία επιχείρηση, τη νεοφυή επιχειρηματικότητα, τον ελεύθερο επαγγελματία και τον αξιοπρεπώς διαβιούντα εργαζόμενο. Μια αυθύπαρκτη υγιής οικονομία και ένα σταθερό πλαίσιο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων είναι πιθανότερο να προσελκύσει και μεγαλύτερες επενδύσεις.
ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Δυναμική αγροτικη παραγωγη με ορους δημοκρατιας και εξωστρεφειας και στρατηγικο σχεδιο. Στόχευση της ελληνικής γεωργίας προς τις αγορές με ορθή πληροφόρηση των αγροτών. Σύνδεση επιδοτήσεων με την τυποποίηση των προϊόντων. Προώθηση του επαγγελματος του αγροτη μέσα από τη γνωση και την οργάνωση. Αδιαβλητη αποζημιωση καταστροφων χωρις πολιτικη πιεση και εναλλακτική ιδιωτική ασφάλιση προϊόντων.
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Προτεραιότητά μας είναι η προστασία του περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με τη βιωσιμότητα υποδομών και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, όχι μόνο μέσω της αρχής ο “ρυπαίνων πληρώνει”. Ένα παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο θα διασφαλίζει αντισταθμιστικά μέτρα: απεξάρτηση από τον άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας και στο εθνικό ενεργειακό δίκτυο, ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων, πράσινες υποδομές αλλά και βιομηχανική παραγωγή και εξόρυξη πρώτων υλών με σεβασμό στο περιβάλλον και στην αειφορία.
Προϋπόθεση όλων έιναι η ολοκλήρωση του Κτηματολογίου, η επανεξέταση της οριοθέτησης του αιγιαλού, χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός που προάγει τη χρήση των δημοσίων χώρων και την επαφή του πολίτη με δραστηριότητες αναψυχής, πολιτισμού και άθλησης.